- φαλαντίας
- φᾰλαντ-ίας, ου, ὁ,A bald man, Luc.Philops.18.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
φαλαντίας — φαλαντίᾱς , φαλαντίας bald man masc acc pl φαλαντίᾱς , φαλαντίας bald man masc nom sg (attic epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φαλαντίας — ὁ, Α φαλακρός. [ΕΤΥΜΟΛ. < φάλανθος «αυτός που είναι φαλακρός στο μέτωπο» + επίθημα ίας (πρβλ. μετωπ ίας). Το ντ τού τ. οφείλεται πιθ. σε αναλογία προς τα ρηματ. επίθ. σε αντος (πρβλ. ἀθέρμ αντος, ἀλεύκ αντος)] … Dictionary of Greek
φαλαντίαν — φαλαντίᾱν , φαλαντίας bald man masc acc sg (attic epic doric aeolic) φαλαντίας bald man masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αναφαλαντίας — ἀναφαλαντίας, ο (Α) αυτός που αρχίζουν να του πέφτουν τα μαλλιά, να γίνεται φαλακρός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ανα * + φαλαντίας < φάλανθος «φαλακρός»] … Dictionary of Greek